Βέλγιο: Κάποια θραύσματα σκέψεων σχετικά με τις αστυνομικές επιδρομές στις Βρυξέλλες την Τετάρτη, 22 Μάη, στο πλαίσιο κατηγοριών για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση

Γιατί τώρα, γιατί αυτές οι διευθύνσεις, γιατί αυτά τα πρόσωπα ακριβώς, μικρή σημασία έχει. Ανώφελο να τρυπώσουμε στα βρομερά μυαλά τους και να κάνουμε ατέλειωτες υποθέσεις για τους λόγους που είχαν. Χώνουν τη μύτη τους κάνοντας τη βρομοδουλίτσα τους, θέλουν ίσως ν’ ασκήσουν πίεση, να προκαλέσουν αναστάτωση ή να παρατηρήσουν με το πάσο τους τις κινήσεις των μεν και των δε, να σημειώσουν, να καταγράψουν. Αυτοί οι έλεγχοι ίσως δεν αποσκοπούν μονάχα στη συγκέντρωση στοιχείων ώστε να προχωρήσει η οποιαδήποτε έρευνα. Είτε το ’θελαν είτε όχι οι εντολοδότες τους, ό,τι συνέβη μας κάνει να στρέψουμε την προσοχή μας σ’ αυτό το ζήτημα. Κι αν δεν μπορούμε να ελέγξουμε τις αποφάσεις τους και το χρόνο όπου επιλέγουν ν’ ασκήσουν την πίεσή τους, μπορούμε ωστόσο να ελέγξουμε τον αντίκτυπο που αυτά μπορούν να έχουν στις ζωές μας.

Σίγουρα, αυτό έρχεται να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Ένα μεγάλο χαστούκι, σε περίπτωση που τυχόν διατηρούσαμε αυταπάτες για το γεγονός ότι το κράτος θέλει να βρίσκεται παντού και ποτέ δεν ξεχνά τίποτα. Χρειάζεται ν’ ανοίξουμε και να διατηρήσουμε ανοιχτό ένα διάλογο, τόσο συλλογικό όσο κι ανάμεσα σε μικρότερες ομάδες συγγένειας, ώστε να μη δώσουμε στις βρομιές τους μεγαλύτερη σημασία απ’ όσο θα ’πρεπε στην πραγματικότητα. Σίγουρα, θα πρέπει να σταθούμε στο πλάι των συντρόφων που εμπλέκονται άμεσα, να φροντίσουμε για την πνευματική και φυσική τους υγεία. Αλλά θα ’ταν λάθος να νομίσουμε πως αυτό αφορά μονάχα εκείνους.

Με το νέο τους πακέτο περί «τρομοκρατικής οργάνωσης», οποιοσδήποτε συχνάζει στα ίδια μέρη, με τους ίδιους κύκλους προσώπων, είναι ένας εν δυνάμει ύποπτος στα μάτια του κράτους. Αυτό μπορεί να φέρνει κρύο ρίγος, και το πρώτο αντανακλαστικό μπορεί να ’ναι ένα αντανακλαστικό επιβίωσης που θα οδηγήσει κάποιον να συχνάζει λιγότερο σ’ αυτά τα μέρη με αυτούς τους ανθρώπους. Προκειμένου να μείνει σε απόσταση, να φανεί καθαρός σε μια πιθανή παρακολούθηση. Μόνο που αυτές οι επιλογές οδηγούν στην απομόνωση, όχι μόνο ανθρώπων, αλλά και των αγώνων που διεξάγουν.

Πέρα απ’ το γεγονός ότι αυτό διευκολύνει τη δουλειά τους, το κράτος έχει κάθε συμφέρον να μας κάνει να εστιάσουμε στην καταστολή: στο διάστημα αυτό, να ’μαστε απασχολημένοι μ’ άλλα πράγματα αντί να συνωμοτούμε και να του καταφέρουμε πλήγματα. Ο φόβος μπορεί γρήγορα να θρονιαστεί γύρω απ’ αυτά τα μέρη αλλά κυρίως μέσα στο μυαλό και στην καρδιά μας. Στις φλέβες μας εκκρίνεται η παράνοια, όπως και στην παραμικρή μας κίνηση, και να που δε χρειάζεται πια ούτε καν ένας μπάτσος αληθινός για να μας εμποδίσει να δράσουμε: μόνοι μας περάσαμε τις αλυσίδες.

Δίχως να θέλουμε να μειώσουμε τα γεγονότα, ο καλύτερος τρόπος για να βγάλουμε τη γλώσσα μας στην καταστολή είναι να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας, τις ξεκάθαρες ιδέες μας, την αμφίδρομη αλληλεγγύη και να συνεχίσουμε προσεχτικά αλλά παθιασμένα τις μάχες που δίνουμε.

«Μια κοινωνία που συντρίβει
κάθε περιπέτεια, κάνει
τη συντριβή της κοινωνίας
τη μόνη δυνατή περιπέτεια
…»

Με αμείωτη αλληλεγγύη

Acrata (28 Μάη 2013)