Η Ιντιφάντα της Τυνησίας

Από ένα άνεργο νέο που θυσιάστηκε αυτοπυρπολούμενος στις 17 Δεκεμβρίου, γεννήθηκε η πιο σημαντική εξέγερση στην Τυνησία από την «εξέγερση του ψωμιού» το 1984. Η Ιντιφάντα της Τυνησίας γεννήθηκε σε συνθήκες εξαθλίωσης του πληθυσμού και ανεργίας των νέων, ιδιαίτερα των πτυχιούχων.

Μια πρώτη αντίδραση στις συνθήκες αυτές ήταν η φυγή μέσω της μετανάστευσης, ακόμα και για κοντινούς προορισμούς, όπως η Αλγερία, η οποία έχει γίνει μια χώρα οικονομικής εξορίας για ορισμένες συνοριακές πόλεις της Τυνησίας. Μια δεύτερη συνέπεια είναι η αυτοκτονία των άνεργων νέων, ορισμένων από αυτούς με αυτοπυρπόληση (ένδεκα αυτοκτονίες ανέργων μόνο στην πόλη Μπουσαλέμ το 2010). Μία τρίτη είναι η αυξανόμενη συμμετοχή στους εργατικούς αγώνες, με αποκορύφωμα τις απεργίες του περασμένου Μαρτίου και την εξέγερση με αιτήματα υπέρ της εργασίας και κατά της ανεργίας. Η εξέγερση αυτή συγκλόνισε, κυρίως από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο του 2008, το μεταλλευτικό λεκανοπέδιο Γκάφσα-Ρεντεγιεφ και το 2010 την πόλη Σκχίρα, καθώς και την επαρχία Μπεν Γκουερντάνε..

Στο Σίντι Μπουζίντ, μια περιοχή γεωργική, οι αγρότες της πόλης Ρεγκεμπ ήταν οι πρώτοι που κατέλαβαν τη γη από την οποία απειλούνταν με έξωση από τις τράπεζες τον περασμένο Ιούνιο. Είναι η ίδια πόλη από την οποία κατάγεται και η οικογένεια του νεαρού Μπουαζίζι, του οποίου ο θάνατος στις 17 Δεκεμβρίου, ήταν η σπίθα που έβαλε φωτιά σε όλη την Τυνησία.

Οι διαδηλωτές απαιτούν θέσεις εργασίας. Καταγγέλλουν τη διαφθορά, το κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία, την “Tραβελσία”, δηλαδή την οικογένεια που έχει την εξουσία και έχει λεηλατήσει τον πλούτο της χώρας. Απαιτούν την παραίτηση του Μπεν Αλί, πρόεδρου της χώρας για 23 χρόνια. Τα μισητά κρατικά κτίρια δέχονται επιθέσεις, λεηλατούνται ή πυρπολούνται: αστυνομικά τμήματα, η Εθνική Φρουρά, τα μνημεία που ανεγέρθηκαν προς τιμήν της δικτατορίας, τα σημαντικά κυβερνητικά κτίρια. Η απάντηση της Εξουσίας είναι η ίδια εδώ και 23 χρόνια: επιθέσεις της αστυνομίας, συλλήψεις, βασανιστήρια, δίκες και βιαιότητες, κυρίως σε δημοσιογράφους και δικηγόρους που θέλουν να σπάσουν την ομερτά (νόμος της σιωπής). Όμως, η αυθόρμητη εξέγερση έχει μετατραπεί σε αντίσταση. Τρεις εβδομάδες μετά το ξέσπασμα του κινήματος οι άνθρωποι εξακολουθούν να βγαίνουν στους δρόμους, παρά τους νεκρούς, τους τραυματίες και την κατάσταση πολιορκίας, παρά τις αδυναμίες-ακόμα και την απουσία-της αυτοοργάνωσης.

Η μόνη δύναμη που είναι παρούσα σε όλη τη χώρα, ελλείψει πραγματικής αντιπολίτευσης, είναι η UGT της Τυνησίας, η μοναδική συνδικαλιστική οργάνωση της χώρας. Στην αιχμή των κινητοποιήσεων βρίσκονται οι ίδιες ομοσπονδίες που είχαν δώσει πλήρη στήριξη στους κατηγορούμενους της Γκάφσα-Ρεντέγιεφ: Εκπαίδευση, Ταχυδρομεία και Τηλεπικοινωνίες, μερικοί τομείς της Υγείας, κλπ. Πολυάριθμες περιφερειακές και τοπικές ενώσεις στηρίζουν το λαό, αλλά δεν τον οργανώνουν, όπως έκαναν το 2008 συνδικαλιστές και μαχητές στη Ρεντέγιεφ, επικεντρώνοντας το κίνημα στην περιοχή αυτή, έχοντας στόχο την μεσοπρόθεσμη εξάπλωσή του. Πρέπει να καταδικάζουμε την στάση της ηγεσίας της UGT Τυνησίας, η οποία έχει αποσυνδεθεί επισήμως από τις διαδηλώσεις που διοργανώνονται από ορισμένα κομμάτια της βάσης της και από συνθήματα που φωνάχτηκαν σ’ αυτές και είναι εχθρικά προς το καθεστώς.

http://www.lahaine.org/

To κείμενο στα ισπανικά.